Η πρόταση του Υπουργείου Οικονομικών για το νέο φόρο ακινήτων που θα ισχύσει από το 2014 ήρθε ουσιαστικά ως κεραυνός εν αιθρία, αφού ακύρωσε την πολύμηνη διαβούλευση και τις προτάσεις της τρικομματικής επιτροπής (ΝΔ,ΠΑΣΟΚ, ΔΗΜΑΡ) που είχε συσταθεί για τον σκοπό αυτό. Το Υπουργείο Οικονομικών υπολογίζει να εισπράξει μέσω του νέου φόρου έσοδα 3,1 δισ. ευρώ ετησίως (1,7 δισ. ευρώ από κτίσματα και εντός σχεδίου οικόπεδα, 600 εκατ. ευρώ από νομικά πρόσωπα και 800 εκατ. ευρώ από τις εκτός σχεδίου εκτάσεις).
Η συγκεκριμένη πρόταση δημιουργεί νέα δεδομένα και ανατρέπει καθιερωμένες παραδοχές.
Οι βασικοί άξονες της πρότασης σύμφωνα με πληροφορίες είναι οι εξής:
Ο φόρος στις κατοικίες, καταστήματα, γραφεία και τα οικόπεδα θα υπολογίζεται με βάση 33 διαφορετικούς συντελεστές-κριτήρια. Κάθε συντελεστής θα αντιστοιχεί σε ποσό φόρου ανά τετραγωνικό μέτρο. Η κλίμακα θα ξεκινά με συντελεστή φόρου 1,8 ευρώ ανά τ.μ. Από κει και πέρα ο συντελεστής θα διαφοροποιείται βάσει συγκεκριμένων κριτηρίων, όπως η τιμή ζώνης που ισχύει στην περιοχή του ακινήτου, η παλαιότητα, ο όροφος, ο αριθμός των προσόψεων, η εμπορικότητα του δρόμου στον οποίο βρίσκεται το ακίνητο κ.λπ.
Για τις εκτάσεις γης που βρίσκονται σε περιοχές εκτός σχεδίου (αγροτεμάχια, αγροί, βοσκότοποι, δασικές εκτάσεις κ.λπ.) θα ισχύει ξεχωριστή κλίμακα φορολογικών συντελεστών. Η κλίμακα θα προσδιορίζει το ποσό του φόρου ανά στρέμμα και σύμφωνα με πληροφορίες θα ξεκινά από 1 ευρώ για τις αγροτικές εκτάσεις μονοετούς καλλιέργεια που ανήκουν σε κατά κύριο επάγγελμα αγρότες. Ανάλογα με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά γνωρίσματα κάθε άλλης εδαφικής έκτασης, ο φόρος του 1 ευρώ ανά στρέμμα θα πολλαπλασιάζεται, ακόμα και μέχρι τα 50-60 Ευρώ.
Σε κάθε περίπτωση, για την διαμόρφωση του τελικού συντελεστή του φόρου θα λαμβάνονται υπόψη διάφορα κριτήρια όπως η γεωγραφική θέση της εδαφικής έκτασης (το εάν δηλαδή βρίσκεται σε ορεινή, ημιορεινή ή πεδινή περιοχή, το εάν βρίσκεται κοντά στη θάλασσα κ.λπ.), το εάν η έκταση καλλιεργείται ή είναι χέρσα, το είδος της καλλιέργειας (μονοετής, πολυετής κ.λπ.), το εάν είναι μισθωμένη ή ιδιόκτητη κ.λπ. Στο νέο φόρο ακινήτων δεν προβλέπεται η απαλλαγή των κατά κύριο επάγγελμα αγροτών από την υποχρέωση να καταβάλουν το νέο φόρο για τα αγροτεμάχια που καλλιεργούν.
Στην αρθρογραφία των τελευταίων ημερών γίνεται προσπάθεια να βρεθεί το ποιος επιβαρύνεται και ποιος όχι από τον νέο φόρο που προτείνεται. Ωστόσο για την εξαγωγή συμπερασμάτων παρατηρείται το παράδοξο της σύγκρισης ανόμοιων φόρων, οδηγώντας τη συζήτηση σε λάθος κατεύθυνση. Έτσι, πολλοί αρθρογράφοι καταλήγουν στο λανθασμένο συμπέρασμα ότι με τον νέο φόρο θα ελαφρυνθούν τα ακίνητα χαμηλής και μεσαίας αντικειμενικής αξίας, αφού θα διευρυνθεί η φορολογική βάση.
Είναι όμως εντελώς αδόκιμο να συγκρίνεις έναν μόνιμο φόρο, όπως ο προτεινόμενος, με ένα έκτακτο όπως το χαράτσι (ΕΕΤΗΔΕ), ακόμα και εάν ο νέος φόρος προσομοιάζει εκπληκτικά με το τελευταίο. Το ΕΕΤΗΔΕ θεσπίστηκε κάτω από έκτακτες συνθήκες. Αιτιολογήθηκε ως μια έκτακτη πηγή εσόδων για να κλείσει μια ανάλογη «τρύπα» στον Προϋπολογισμό και όχι ως ένας μόνιμος φόρος. Με τον τρόπο που διεξάγεται η συζήτηση έρχεται να μονιμοποιήσει και να «νομιμοποιήσει» ως κάτι συνηθισμένο στην συνείδηση των φορολογουμένων έναν έκτακτο φόρο. Να κανονικοποιήσει μια έκτακτη συνθήκη, όπως το χαράτσι, που ήταν εξαιρετικά άδικη.
Αντιθέτως η νέα πρόταση του Υπουργείου Οικονομικών θα πρέπει να συγκριθεί με τον Φόρο Ακίνητης Περιουσίας (Φ.Α.Π.) για να οδηγηθούμε σε σωστά συμπεράσματα, πόσο μάλλον όταν ο ΦΑΠ ισχύει ακόμα και σήμερα (μέχρι και το 2013)! Για παράδειγμα στον Φ.Α.Π., υπάρχει αφορολόγητο ανά φυσικό πρόσωπο (200.000 Ευρώ), και τα συγκεκριμένα ακίνητα, στις περισσότερες των περιπτώσεων δεν φορολογούνται καθόλου.
Έτσι συγκρίνοντας το νέο φόρο με τον Φ.Α.Π. βγαίνουν σε πρώτη ανάγνωση τα εξής συμπεράσματα:
- Θα επιβαρύνει σημαντικά όποιον διαθέτει ακίνητη περιουσία αντικειμενικής αξίας από 200.000 Ευρώ και κάτω, αφού δεν υπάρχει αφορολόγητο, παρά μόνο ελάχιστες εξαιρέσεις
- Θα επιβαρύνει συνολικά τους ιδιοκτήτες εντός και εκτός σχεδίου εκτάσεων γης, οικοπέδων και αγροτεμαχίων, είτε είναι αγρότες είτε όχι.
- Θα ελαφρύνει σημαντικά όποιον διαθέτει μεγάλη ακίνητη περιουσία, αφού ο νέος φόρος θα επιβαρύνει κάθε ακίνητο ξεχωριστά, και δεν θα υπολογίζεται επί της συνολικής αξίας της ακίνητης περιουσίας που διαθέτει το φυσικό πρόσωπο. Με αυτόν τον τρόπο δεν θα συνυπολογίζει την συνολική φοροδοτική ικανότητα κάθε φυσικού προσώπου, έχοντας ως αποτέλεσμα την άδικη κατανομή των 3,1 δις.
- Στενεύουν πολύ τα περιθώρια των εξαιρέσεων από τον νέο φόρο για οικονομικούς και κοινωνικούς λόγους. (Αν και ακόμα το τοπίο είναι θολό για το συγκεκριμένο θέμα, εκτιμούμε ότι οι εξαιρέσεις σε καμία περίπτωση δεν θα καλύπτουν όλους όσους αδυνατούν να πληρώσουν τον νέο φόρο, αλλά μόνο μια μικρή μερίδα)
- Τέλος, τα 33 κριτήρια που θα διαμορφώνουν τον φόρο, παρακάμπτουν ουσιαστικά των σύστημα των αντικειμενικών αξιών που ισχύει για δεκαετίες στην πατρίδα μας. Εδώ εγείρεται το ερώτημα: Γιατί εάν αυτά τα κριτήρια είναι πιο δίκαια και μπορούν και πλησιάζουν με ακρίβεια τις εμπορικές αξίες δεν αντικαθιστούν επίσημα τις αντικειμενικές αξίες; Μήπως μέσα από τα κριτήρια αυτά θα γίνει προσπάθεια το στοιχείο που θα βαρύνει περισσότερο να είναι τα τετραγωνικά μέτρα και το στρέμμα και όχι η πραγματική αξία του ακινήτου;
Σε κάθε περίπτωση και για να καταλήξουμε σε ασφαλή συμπεράσματα θα πρέπει να αναμένουμε την τελική μορφή του νέου φόρου.